Από το γραφείο τύπου της Λαϊκής Ενότητας εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση:
Εν κρυπτώ και με διάταξη του άσχετου νόμου 4908/2022 (αρ. 72) «Μέτρα αντιμετώπισης της οπαδικής βίας κλπ.», η κυβέρνηση προχώρησε σε νέα τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και συγκεκριμένα του άρθρου 187 ΠΚ. Με την αλλαγή αυτή διευρύνονται οι περιπτώσεις εφαρμογής της περίπτωσης της «συμμορίας» με πλημμελήματα που στρέφονται και κατά της προσωπικής ελευθερίας, της ιδιοκτησίας ή της περιουσίας. Επιπλέον, προβλέπεται πλέον ότι για τις περιπτώσεις αυτές η ποινή δεν αναστέλλεται ούτε μετατρέπεται με κανέναν τρόπο, τυχόν δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Η κατάργηση της δυνατότητας αναστολής εκτέλεσης ποινών, αποτελεί σοβαρή οπισθοδρόμηση του ποινικού και σωφρονιστικού δικαίου. Η κυβέρνηση ολοκληρώνει σειρά αντιδραστικών παρεμβάσεων διαρκούς αυστηροποίησης των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, διολισθαίνοντας στις πιο αυταρχικές μορφές ποινικής μεταχείρισης. Μετά από προηγούμενες παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα με τις οποίες επιβλήθηκε αναγκαστικά η ισόβια κάθειρξη ως μοναδική ποινή για μεγάλο αριθμό αδικημάτων, αυστηροποιήθηκαν επιτυχημένοι θεσμοί του σωφρονιστικού δικαίου όπως η υφ’ όρων απόλυση, περιορίστηκαν οι αυτοδίκαιες αναστολές, καταργήθηκαν δικαιώματα του κατηγορουμένου σε περίπτωση λήψης γενετικού υλικού, όπως ο διορισμός τεχνικού συμβούλου που προβλέπεται στο άρθρο 204 ΚΠΔ στην αυτόφωρη διαδικασία, σήμερα η κυβέρνηση καταργεί την αναστολή εκτέλεσης ποινής.
Καμία σχέση δεν έχει αυτή η μεταβολή με την οπαδική βία ή όποια άλλη δικαιολογία επικαλείται η κυβέρνηση για την αντιδραστική της εκστρατεία. Αυτό είναι προφανές και μόνο από το γεγονός ότι η διάταξη κατάργησης της αναστολής συνοδεύει τη διεύρυνση του αδικήματος της συμμορίας με πλημμελήματα κατά της ιδιοκτησίας ή της περιουσίας. Ήδη οι κυβέρνηση διαφημίζει ότι πρόκειται για διάταξη φωτογραφική για συλλήψεις που αφορούν σε διαδηλώσεις και κοινωνικές διαμαρτυρίες.
Η κυβέρνηση έχει δείξει τον πραγματικό της αντίπαλο. Επιστρατεύει σιδηρόφραχτες διατάξεις και τη βιομηχανία διώξεων και σκευωριών που στήνει η διεθνώς γνωστή για τις αυθαιρεσίες της ελληνική αστυνομία, για να ποινικοποιήσει κινηματικές και αγωνιστικές πρακτικές. Αντίθετα χαϊδεύει τους φασίστες και τη φασιστική οργανωμένη βία όπως φάνηκε στα σχολεία της Σταυρούπολης και του Ευόσμου, αφήνει ανενόχλητες φασιστικές ομάδες να διαχέουν ρατσιστικό δηλητήριο κατά μεταναστών, προσφύγων, νεολαίων.
Αυτές οι διατάξεις είναι όπλο στη φαρέτρα της κυβέρνησης και της αστυνομίας για να στήνει προβοκάτσιες και κατασκευασμένες κατηγορίες κατά του κινήματος, των εργατικών και λαϊκών οργανώσεων, όπως επιχείρησε άλλωστε και με το νόμο Χρυσοχοΐδη που επεδίωξε να καταστήσει υπεύθυνο το κίνημα για οποιαδήποτε ζημιά προκληθεί σε περιουσία. Ένα σύστημα τόσο μαθημένο στις σκευωρίες που δεν διστάζει να κατασκευάζει κατηγορίες και να ταλαιπωρεί πολίτες όπως στην περίπτωση του «Ινδιάνου», δεν θα διστάσει να σύρει κινηματικές οργανώσεις στο εδώλιο του κατηγορουμένου χωρίς στοιχειώδη δικαιώματα, σε οποιαδήποτε περίπτωση μικροζημιών που θα φορτώνονται στο κίνημα.
Είναι επιτακτική η ανάγκη να αντισταθούμε στον ποινικό λαϊκισμό με τον οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να οικοδομήσει ένα δυστοπικό, ασφυκτικό κράτος αυθαιρεσίας, αστυνομοκρατίας, και οργανωμένης προπαγάνδας για την ποινικοποίηση των αγώνων του λαού, μέσα από τη δαμόκλειο σπάθη βαριών ποινών και βιομηχανίας διώξεων σε βάρος αγωνιστών. Να μην επιτρέψουμε οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες της κυβέρνησης και η εκλογική ατζέντα του «νόμου και της τάξης» να πλήξουν το κράτος δικαίου και τις θεμελιώδεις δικαιϊκές εγγυήσεις στη χώρα μας, αλλά και τη δυνατότητα του λαού να αγωνίζεται για τα κοινωνικά δικαιώματα.
Αλλά και πέραν αυτού, οι διαρκείς αυταρχικές τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα με τις οποίες η κυβέρνηση, όντας απρόθυμη να σκύψει στα κοινωνικά προβλήματα, επιδιώκει απλώς να γεμίσει τις φυλακές, αποτελεί κοινωνική και επιστημονική οπισθοδρόμηση, που δεν έχει σχέση με τις σύγχρονες αντιλήψεις για το σωφρονισμό και την ποινική μεταχείριση. Είναι αυτές οι οπισθοδρομικές λογικές στο χώρο του ποινικού δικαίου, οι ξεπερασμένες λογικές της πυγμής και της «ανηλεούς τιμωρίας», που κάνουν τις φυλακές κολαστήρια, που δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο περιθωριοποίησης.