..
..
..
Σφοδρή απάντηση της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στην επίθεση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου στη δημοσιογράφο Νεκταρία Σταμούλη. Ακολουθεί η ανακοίνωση:
"Με μεγάλη μας έκπληξη και απογοήτευση διαβάσαμε τη σημερινή απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου κ. Γιάννη Οικονόμου σε ρεπορτάζ του μέλους της ΕΑΞΤ και προέδρου του ΔΣ της Ένωσης, Νεκταρίας Σταμούλη.
Ο κ. Οικονόμου χαρακτηρίζει «ανακριβέστατο» το δημοσίευμα που υπογράφει η κ. Σταμούλη στο Politico, αναφορικά με την απαντητική επιστολή του μόνιμου αντιπροσώπου της Ελλάδας στην Ε.Ε. προς την επιτροπή δικαιοσύνης της Κομισιόν για το ζήτημα του λογισμικού Predator. Συμπληρώνει δε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ότι το δημοσίευμα προέρχεται από δημοσιογράφο «γνωστή για τις σχέσεις της με τον ΣΥΡΙΖΑ».
Το κατά πόσον το δημοσίευμα της κυρίας Σταμούλη είναι «ανακριβέστατο» μπορεί να το διαπιστώσει κάθε πολίτης. Ασφαλώς και ο ίδιος ο κ. Οικονόμου, ο οποίος στην ίδια ανακοίνωση επιβεβαιώνει λέξη προς λέξη τα αναφερόμενα στο ρεπορτάζ.
Το κυριότερο: Η ΕΑΞΤ θεωρεί ατόπημα για υπουργό χώρας της Ε.Ε., και μάλιστα τον καθ’ ύλην αρμόδιο για την ενημέρωση και τον Τύπο, να προχωρά δημοσίως στην στοχοποίηση και επαγγελματική διαβολή δημοσιογράφου. Χωρίς κανένα στοιχείο και με μοναδικό ορατό στόχο την απαξίωση ενός ρεπορτάζ προς εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων. Και αδιαφορώντας πλήρως για τις πιθανές επαγγελματικές και προσωπικές συνέπειες αυτής της στοχοποίησης.
Η Νεκταρία Σταμούλη, σεβόμενη τη δημοσιογραφική δεοντολογία, δεν υπήρξε ποτέ μέλος κάποιου κόμματος, ούτε εργάστηκε ποτέ σε κυβερνητικά γραφεία.
Τα μέλη της ΕΑΞΤ θα συνεχίσουμε να ασκούμε τα καθήκοντά μας, έχοντας πλήρη συνείδηση του ρόλου μας και της αξιοπιστίας των μέσων ενημέρωσης που εκπροσωπούμε, και τηρώντας τους υψηλότερους κανόνες δεοντολογίας.
Θα είμασταν ευτυχείς εάν το ίδιο έπραττε στο εξής και ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης, από τον οποίο αναμένουμε τη δημόσια αναγνώριση του σφάλματός του και την απόσυρση κάθε στοχοποιητικού στοιχείου αυτής."
Δείτε ακόμα: Η - από τις τσέπες μας προερχόμενη - κοινωνική πολιτική...γέννησε ακόμα έναν φόρο στην κατανάλωση ρεύματος!
..
..
..
Άρθρο των New York Times κατακεραυνώνει την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη για το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων – “Μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα φουντώνει”
“«Είμαι δεσμευμένος», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε ένα ακροατήριο βιομηχάνων και επιχειρηματιών τον Απρίλιο του 2018, σε «μια κυβέρνηση των αρίστων». Υπό την ηγεσία του, τα ελαττώματα του παρελθόντος - νεποτισμός, διαφθορά - δεν θα ήταν πλέον ανεκτά. Η Ελλάδα, όπως ανακοίνωσε την ημέρα που έγινε πρωθυπουργός τον Ιούλιο του 2019, θα μπορούσε να «σηκώσει ξανά το κεφάλι της με υπερηφάνεια»” αναφέρει εισαγωγικά ο Alexander Clapp.
Σχολιάζοντας τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία τονίζει πως στην Ελλάδα, “μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα φουντώνει”.
Συνεχίζει τονίζοντας πως “η διαφθορά και οι συγκρούσεις συμφερόντων που δεσμεύτηκε να ξεριζώσει ο κ. Μητσοτάκης όχι μόνο εξακολουθούν να υπάρχουν αλλά και, από πολλές απόψεις , φαίνεται ότι έχουν συγκεντρωθεί και εμβαθύνει”.
“Τις τελευταίες εβδομάδες, ένα σκάνδαλο υποκλοπών αποκάλυψε με εντυπωσιακό τρόπο την υποκείμενη σήψη” προσθέτει.
Υποστηρίζει πως “για δεκαετίες τώρα, οι υποκλοπές τηλεφώνων είναι ένα απαίσιο χαρακτηριστικό του ελληνικού κράτους. Όμως, επί κ. Μητσοτάκη, η εθνική επιτήρηση έχει επεκταθεί σε μια εν πολλοίς ακαταλόγιστη γραφειοκρατία. Μία από τις πρώτες του πράξεις ως πρωθυπουργός ήταν να θέσει τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχο του γραφείου του και στη συνέχεια να τοποθετήσει —μέσω νομικής τροποποίησης— ένα πρώην στέλεχος μιας παγκόσμιας εταιρείας ασφαλείας ως διευθυντή της. Έκτοτε, ο αριθμός των “παγιδευμένων” ελληνικών τηλεφώνων αυξάνεται σταθερά. Κατά μέσο όρο πέρυσι, 42 συσκευές εξουσιοδοτήθηκαν για υποκλοπές κάθε μέρα, συνολικά περισσότερα από 15.000 ελληνικά τηλέφωνα υπό κρατική επιτήρηση ανά πάσα στιγμή”.
Διαβάστε και αυτό: Ηλεκτροσόκ στα νοικοκυριά από την ανακοίνωση των νέων τιμών ρεύματος
“Θα μπορούσε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη να βρίσκεται πίσω από τις υποκλοπές;”
Προσθέτει πως “αυτή η μορφή παρακολούθησης ήταν ωστόσο —τουλάχιστον θεωρητικά— νόμιμη. Η χρήση του Predator, η οποία έχει καταδικαστεί ρητά από την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι κάτι εντελώς άλλο. Θα μπορούσαν οι ελληνικές υπηρεσίες πληροφοριών, που ήδη διεξάγουν μια τεράστια εκστρατεία παρακολούθησης, να έχουν αναθέσει ακόμη πιο παρεμβατικές υποκλοπές σε μια σκιώδη ιδιωτική εταιρεία; Θα μπορούσε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη να βρίσκεται πίσω από το χακάρισμα;”.
Αναφερόμενος στο ρόλο του τέως γενικού γραμματέα του Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη τονίζει πως “τους τελευταίους μήνες, Έλληνες δημοσιογράφοι προχώρησαν σε μια δελεαστική σειρά αποκαλύψεων σχετικά με τον κ. Δημητριάδη, με κυριότερο ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του, έκανε οικονομικές συναλλαγές με κύκλο επιχειρηματιών που είχε συναλλαγές και με τον ιδιοκτήτη της Intellexa’”
Αναφέρει ακόμα ότι “το πρόβλημα εδώ δεν είναι ότι η διαφθορά υπό τον κ. Μητσοτάκη είναι αναγκαστικά πιο ενδημική από ό,τι σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις — ή σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. (Οι ηγέτες της αντιπολίτευσης και οι δημοσιογράφοι έχουν γίνει στόχος λογισμικών παρακολούθησης στη Γαλλία, την Ισπανία, την Ουγγαρία και την Πολωνία.) Είναι μάλλον η μη βιώσιμη αντίφαση μεταξύ της χώρας που ο κ. Μητσοτάκης επιμένει να παρουσιάζει στο εξωτερικό — ένα αδιαμφισβήτητο δημοκρατικό κράτος του οποίου το σεβασμό για το κράτος δικαίου και οι φιλελεύθεροι καλόπιστοι θα πρέπει να ανταμείβονται με εταιρικές επενδύσεις και τουριστικά δολάρια — και εκείνου του οποίου πραγματικά προεδρεύει”.
Καταλήγει σχολιάζοντας τα παρακάτω:
“Τον Μάιο, καθώς τα “καρφιά” του κατασκοπευτικού σκανδάλου είχαν αρχίσει να γυρίζουν, ο κ. Μητσοτάκης πέταξε στην Ουάσιγκτον για να εκφωνήσει μια ομιλία στο Κογκρέσο σχετικά με τη σημασία της διατήρησης των δημοκρατικών αξιών και της καταπολέμησης της αυταρχικής υπερβολής. Για 40 λεπτά εξέθεσε την αναγκαιότητα της κοινωνικής εμπιστοσύνης και των ισχυρών θεσμών. «Οι αρχαίοι Έλληνες», είπε ανάμεσα σε χειροκροτήματα, «θεωρούσαν την αλαζονεία, τον εξτρεμισμό και την υπερβολή τις χειρότερες απειλές για τη δημοκρατία».
Το ερώτημα για τον κ. Μητσοτάκη είναι: Γιατί δεν νιώθει το ίδιο;”
Άρθρο του στελέχους της Λαϊκής Ενότητας,πρώην βουλευτή και πρώην υπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης
Η δήλωση του Κ. Μητσοτάκη για τις τηλεφωνικές υποκλοπές δεν περιέχει καμία ανάληψη πολιτικής ευθύνης από τον ίδιο για το μεγάλο αυτό αντιδημοκρατικό ολίσθημα της ΕΥΠ, παρά μόνο φτηνές δικαιολογίες. Δεν απάντησε ακόμη και στο απλό ερώτημα, γιατί παρακολουθούσαν το κινητό τηλέφωνο του επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Ούτε στο ερώτημα, γιατί και από ποιόν υπήρξε προσπάθεια την ίδια περίοδο παγίδευσής του και από το ιδιωτικό λογισμικό παρακολούθησης PREDATOR, που η ΕΥΠ έχει δηλώσει ότι δεν το διαθέτει. Ούτε στο ερώτημα, γιατί, αφού – όπως ισχυρίστηκε – ήταν όλα νόμιμα, παραιτήθηκαν ο επικεφαλής της ΕΥΠ κ. Κοντολέων και ο εξ απορρήτων ανιψιός του κ. Δημητριάδης.
Η επίκληση από τον Πρωθυπουργό λόγων εθνικής ασφάλειας, σκοτεινών δυνάμεων και εξωτερικών και εσωτερικών (;;;) εχθρών της πατρίδας δεν συνιστά αυτοκριτική για το αντιδημοκρατικό ατόπημα των τηλεφωνικών υποκλοπών πολιτικών προσώπων, ακτιβιστών και δημοσιογράφων, αλλά χοντρό πολιτικό δούλεμα – κοροϊδία και επίδειξη προκλητικής αλαζονείας στον ελληνικό λαό.
Ούτε το επιχείρημα του Πρωθυπουργού ότι δεν ήξερε τίποτε ευσταθεί. Η ΕΥΠ υπάγεται απευθείας σε αυτόν. Ο Διοικητής της δεν έκανε τίποτε χωρίς να τον ενημερώσει με καθημερινή γραπτή αναφορά του σε αυτόν. Επομένως, ο κύριος Μητσοτάκης γνώριζε ότι γίνονταν τηλεφωνικές υποκλοπές σε πολιτικούς και δημοσιογράφους, δεν τις σταμάτησε ή και τις ενέκρινε και θα έπρεπε να αναλάβει πλήρως τις πολιτικές ευθύνες του, που δεν τις ανέλαβε, και όχι να κρύβεται πίσω από παραιτήσεις πολιτικά υφισταμένων του.
Ακόμα κι εάν πιστεύαμε τον Πρωθυπουργό ότι δεν ήξερε για τις τηλεφωνικές υποκλοπές σε βάρος του Ν. Ανδρουλάκη, δεν απαλλάσσεται των βαρύτατων πολιτικών ευθυνών του, γιατί, εάν εποπτεύεις πολιτικά την ΕΥΠ και επικαλείσαι άγνοια των πράξεων της, τότε είναι σαν να αποδέχεσαι ότι την έχεις αφήσει να λειτουργεί ως παρακράτος μέσα στην καρδιά του κράτους.
Οι δήθεν «νομότυπες» υποκλοπές, που εκτινάχτηκαν τα τελευταία χρόνια φτάνουν μέχρι και 15.000 ετησίως, που στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερες, γιατί παρακολουθούνται και οι συνομιλητές του παρακολουθούμενου, κρύβουν κάθε λογής παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνικών συνομιλιών και της ίδιας της δημοκρατίας από το κράτος και το παρακράτος. Πόσο μάλλον, όταν αποδείχτηκε ότι η αρμόδια να ελέγχει τη νομιμότητά τους εισαγγελέας, ουσιαστικά, δεν την έλεγχε.
Η έρευνα που διέταξε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, για το πώς διέρρευσαν και όχι γιατί και από ποιους έγιναν και γίνονται οι τηλεφωνικές υποκλοπές, έγινε για να κλείσει στόματα και να προλάβει νέες αποκαλύψεις.
Ο Πρωθυπουργός στη δήλωσή του προσπάθησε να εκθειάσει τον ρόλο της ΕΥΠ και πολύ περισσότερο να νομιμοποιήσει αυτό το εκτεταμένο σύστημα παρακολούθησης, αναγνωρίζοντας απλώς «αστοχίες» σε «νομότυπες» τηλεφωνικές υποκλοπές. Να μην ξεχνάμε, όμως, ότι υπηρεσίες όπως η ΕΥΠ είναι εκ του προορισμού και του χαρακτήρα τους αντιδημοκρατικοί κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί, που έχουν σαν στόχο το λαϊκό κίνημα. Η ανεξέλεγκτη λειτουργία τους, στο πλαίσιο μιας αυταρχικοποίησης του πολιτικού συστήματος, οδηγεί στον περιορισμό ακόμα και αυτών των στοιχειωδώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τις Ετήσιες Εκθέσεις Πεπραγμένων της Αρχής Διασφάλισης των Απορρήτων Επικοινωνιών (ΑΑΔΕ), οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ την περίοδο αιχμής του αντιμνημονιακού κινήματος δωδεκαπλασιάστηκαν, από 302 το 2008, φτάνουν τις 3742 το 2011 την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (Γ. Παπανδρεόυ), αυξήθηκαν πολύ την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, από 3780 το 2014 σε 9295 το 2016 και σε 11113 το 2018, και η αυξητική πορεία τους συνεχίστηκε και με τη σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη η συγκρότηση και ανάπτυξη ενός ευρύτατου λαϊκού κινήματος καταδίκης των κυβερνητικών αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων, υπεράσπισης και διεύρυνσης των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με τη δημιουργική συμβολή, πρωτίστως, των δυνάμεων της ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, αλλά και πολιτών και φορέων με δημοκρατικό προσανατολισμό και ευαισθησίες. Μόνο έτσι θα μπορούσε να διεκδικηθεί αποτελεσματικά να καταργηθεί το θεσμικό πλαίσιο, που επιτρέπει της υποκλοπές επικοινωνιών και να υπάρχει πολιτικός έλεγχος της ΕΥΠ από ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή.
Στη δεκαετία του ΄80, όταν είχαν καταγγελθεί ότι γίνονταν τηλεφωνικές υποκλοπές από τον ΟΤΕ με Διοικητή του τον Θ. Τόμπρα, το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων του ΟΤΕ είχε πρωτοστατήσει στις αποκαλύψεις και διεκδίκησε και πέτυχε τη συγκρότηση διακομματικής επιτροπής ελέγχου του απορρήτου των επικοινωνιών στον ΟΤΕ. Εάν έτσι έγιναν τα πράγματα τότε, γιατί όχι και σήμερα, πόσο μάλλον που αυτοί οι αντιδημοκρατικοί μηχανισμοί έχουν γιγαντωθεί και αποθρασυνθεί;