Άρθρο του Δημήτρη Στρατούλη,στελέχους της Λαϊκής Ενότητας και πρώην βουλευτή και υπουργού κοινωνικής ασφάλισης
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τα καλοταϊσμένα από αυτή Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προσπαθούν να πείσουν το λαό ότι με τις κρατικές επιδοτήσεις για το ηλεκτρικό ρεύμα που εξάγγειλαν για τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα του ελαφρύνουν τα βάρη από τους υπέρογκα αυξημένους λογαριασμούς της ΔΕΗ και των ιδιωτικών επιχειρήσεων ενέργειας.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι αυτές οι επιδοτήσεις, σε τελική ανάλυση, επιβαρύνουν τα λαϊκά στρώματα, μέσω της άδικης και ταξικά μονομερούς εφαρμοζόμενης φορολογικής πολιτικής, και οδηγούνται αποκλειστικά στις μεγάλες επιχειρήσεις παραγωγής και εμπορίας ηλεκτρικού ρεύματος, με μοναδικό κριτήριο της κυβέρνησης τη συνέχιση και την αύξηση της, ήδη, υπερβολικά υψηλής κερδοφορίας τους.
Επίσης, τα λαϊκά νοικοκυριά, παρά τις κρατικές επιδοτήσεις, πληρώνουν, τελικά, υπέρογκα αυξημένα ποσά για το ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ η ακρίβεια έχει εκτινάξει τις τιμές και σε είδη κάλυψης βασικών αναγκών τους σε καύσιμα και τρόφιμα, ροκανίζοντας ακόμα περισσότερο τα ήδη μειωμένα από τις πολιτικές της πολύχρονης λιτότητας εισοδήματά τους.
Το ερώτημα, λοιπόν, που στην πραγματικά τίθεται, είναι έναν η επιδότηση των μεγάλων επιχειρήσεων – παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας είναι μονόδρομος ή θα μπορούσε να υπάρξει μια άλλη πολιτική, που θα διασφάλιζε επαρκές και φτηνό ηλεκτρικό ρεύμα για το λαό, θα περιόριζε τις τιμές στα καύσιμα, στην ενέργεια και στα τρόφιμα και θα στήριζε και αναβάθμιζε τα λαϊκά εισοδήματα.
Διαβάστε κι αυτό: Ά. Γεωργιάδης: Οι πολίτες πρέπει να μειώσουν την κατανάλωση ρεύματος - Αυξήσεις στο σούπερ μάρκετ
Η απάντηση είναι ότι ναι υπάρχει εναλλακτική πολιτική για την αντιμετώπιση των αυξήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα και τα φαινόμενα ενεργειακής, αλλά και οικονομικής, φτώχειας ενόψει του δύσκολου ερχόμενου χειμώνα, που θα μπορούσε να βασίζεται στους εξής άξονες:
– Πραγματικές αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις, επιδόματα ανεργίας και, επιπλέον, χορήγηση ΑΤΑ (Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής). Μέτρα ελέγχου των τιμών και πάταξης της αισχροκέρδειας. Καθορισμός ανώτατων τιμών και μηδενισμός ΦΠΑ, σε προϊόντα, που καλύπτουν βασικές κοινωνικές ανάγκες και τη διατροφή των λαϊκών στρωμάτων.
– Κατάργηση των χρηματιστηρίων ενέργειας, της ρήτρας αναπροσαρμογής και του ειδικού φόρου κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, άμεση μείωση του ΦΠΑ σε αυτή στο 4% και επιβολή ανώτατου πλαφόν στις τιμές της. Δωρεάν χορήγηση 300 κιλοβατώρων τον μήνα για όσους είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας. Σταμάτημα αποκοπών συνδέσεων ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου σε φτωχά υπερχρεωμένα λαϊκά νοικοκυριά και επανασύνδεσή τους.
– Κατάργηση ειδικού φόρου κατανάλωσης και μείωση ΦΠΑ στο φυσικό αέριο, αγροτικό πετρέλαιο, πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης και βενζίνη.
– Ανατροπή της ιδιωτικοποίησης της ΔΕΗ, της ΔΕΠΑ και της ΔΕΣΦΑ και επανάκτηση του δημόσιου χαρακτήρα τους, γιατί μόνο ένας ισχυρός δημόσιος τομέας ενέργειας μπορεί να παρέχει στο λαό επαρκές και φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο και καύσιμα.
Τέτοια αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας στο ηλεκτρικό ρεύμα, στα καύσιμα και στα τρόφιμα και αποτροπής της ενεργειακής φτώχειας μπορούν να διεκδικηθούν αποτελεσματικά, μόνο με μαζικούς και ενωτικούς λαϊκούς αγώνες και συντονισμένη παρέμβαση των δυνάμεων της Αριστεράς για την ανατροπή των εφαρμοζόμενων από την κυβέρνηση αντικοινωνικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών αλλά και την αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών.
Διαβάστε κι αυτό: Σκάνδαλο υποκλοπών: Αποκαλυπτικός ο Θανάσης Κουκάκης – Καταστρέφουν αρχεία στην ΕΥΠ; (video)
Ο λαός, η νεολαία το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και οι δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς έχουν, πλέον, το λόγο. Εξάλλου όπως έγραψε και ο Κ. Μαρξ: «Ολόκληρη η κοινωνική ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η πάλη των τάξεων». Και είχε δίκιο!
Αλλιώς, ο χειμώνας θα είναι δύσκολος για το λαό, που θα παραδοθεί ανυπεράσπιστος στο κρύο και στην φτώχια, ενισχύοντας την απογοήτευσή του. Επίσης, θα αυξηθεί ο κίνδυνος η συνεχώς διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια έως και αγανάκτηση να κεφαλαιοποιηθεί πολιτικά είτε από την κυβέρνηση με παροχές – ψίχουλα και κοροϊδίες είτε από άλλες συστημικές δυνάμεις και την ακροδεξιά με υποκριτική αντιπολίτευση και ψεύτικες και δημαγωγικές υποσχέσεις, χωρίς να διαθέτουν καμία πραγματική εναλλακτική φιλολαϊκή πρόταση απέναντι στις εφαρμοζόμενες ακραία αντικοινωνικές κυβερνητικές πολιτικές.
Άρθρο του στελέχους της Λαϊκής Ενότητας,πρώην βουλευτή και πρώην υπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης
Η δήλωση του Κ. Μητσοτάκη για τις τηλεφωνικές υποκλοπές δεν περιέχει καμία ανάληψη πολιτικής ευθύνης από τον ίδιο για το μεγάλο αυτό αντιδημοκρατικό ολίσθημα της ΕΥΠ, παρά μόνο φτηνές δικαιολογίες. Δεν απάντησε ακόμη και στο απλό ερώτημα, γιατί παρακολουθούσαν το κινητό τηλέφωνο του επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Ούτε στο ερώτημα, γιατί και από ποιόν υπήρξε προσπάθεια την ίδια περίοδο παγίδευσής του και από το ιδιωτικό λογισμικό παρακολούθησης PREDATOR, που η ΕΥΠ έχει δηλώσει ότι δεν το διαθέτει. Ούτε στο ερώτημα, γιατί, αφού – όπως ισχυρίστηκε – ήταν όλα νόμιμα, παραιτήθηκαν ο επικεφαλής της ΕΥΠ κ. Κοντολέων και ο εξ απορρήτων ανιψιός του κ. Δημητριάδης.
Η επίκληση από τον Πρωθυπουργό λόγων εθνικής ασφάλειας, σκοτεινών δυνάμεων και εξωτερικών και εσωτερικών (;;;) εχθρών της πατρίδας δεν συνιστά αυτοκριτική για το αντιδημοκρατικό ατόπημα των τηλεφωνικών υποκλοπών πολιτικών προσώπων, ακτιβιστών και δημοσιογράφων, αλλά χοντρό πολιτικό δούλεμα – κοροϊδία και επίδειξη προκλητικής αλαζονείας στον ελληνικό λαό.
Ούτε το επιχείρημα του Πρωθυπουργού ότι δεν ήξερε τίποτε ευσταθεί. Η ΕΥΠ υπάγεται απευθείας σε αυτόν. Ο Διοικητής της δεν έκανε τίποτε χωρίς να τον ενημερώσει με καθημερινή γραπτή αναφορά του σε αυτόν. Επομένως, ο κύριος Μητσοτάκης γνώριζε ότι γίνονταν τηλεφωνικές υποκλοπές σε πολιτικούς και δημοσιογράφους, δεν τις σταμάτησε ή και τις ενέκρινε και θα έπρεπε να αναλάβει πλήρως τις πολιτικές ευθύνες του, που δεν τις ανέλαβε, και όχι να κρύβεται πίσω από παραιτήσεις πολιτικά υφισταμένων του.
Ακόμα κι εάν πιστεύαμε τον Πρωθυπουργό ότι δεν ήξερε για τις τηλεφωνικές υποκλοπές σε βάρος του Ν. Ανδρουλάκη, δεν απαλλάσσεται των βαρύτατων πολιτικών ευθυνών του, γιατί, εάν εποπτεύεις πολιτικά την ΕΥΠ και επικαλείσαι άγνοια των πράξεων της, τότε είναι σαν να αποδέχεσαι ότι την έχεις αφήσει να λειτουργεί ως παρακράτος μέσα στην καρδιά του κράτους.
Οι δήθεν «νομότυπες» υποκλοπές, που εκτινάχτηκαν τα τελευταία χρόνια φτάνουν μέχρι και 15.000 ετησίως, που στην πραγματικότητα είναι πολύ περισσότερες, γιατί παρακολουθούνται και οι συνομιλητές του παρακολουθούμενου, κρύβουν κάθε λογής παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνικών συνομιλιών και της ίδιας της δημοκρατίας από το κράτος και το παρακράτος. Πόσο μάλλον, όταν αποδείχτηκε ότι η αρμόδια να ελέγχει τη νομιμότητά τους εισαγγελέας, ουσιαστικά, δεν την έλεγχε.
Η έρευνα που διέταξε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, για το πώς διέρρευσαν και όχι γιατί και από ποιους έγιναν και γίνονται οι τηλεφωνικές υποκλοπές, έγινε για να κλείσει στόματα και να προλάβει νέες αποκαλύψεις.
Ο Πρωθυπουργός στη δήλωσή του προσπάθησε να εκθειάσει τον ρόλο της ΕΥΠ και πολύ περισσότερο να νομιμοποιήσει αυτό το εκτεταμένο σύστημα παρακολούθησης, αναγνωρίζοντας απλώς «αστοχίες» σε «νομότυπες» τηλεφωνικές υποκλοπές. Να μην ξεχνάμε, όμως, ότι υπηρεσίες όπως η ΕΥΠ είναι εκ του προορισμού και του χαρακτήρα τους αντιδημοκρατικοί κρατικοί και παρακρατικοί μηχανισμοί, που έχουν σαν στόχο το λαϊκό κίνημα. Η ανεξέλεγκτη λειτουργία τους, στο πλαίσιο μιας αυταρχικοποίησης του πολιτικού συστήματος, οδηγεί στον περιορισμό ακόμα και αυτών των στοιχειωδώς κατοχυρωμένων δικαιωμάτων της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τις Ετήσιες Εκθέσεις Πεπραγμένων της Αρχής Διασφάλισης των Απορρήτων Επικοινωνιών (ΑΑΔΕ), οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ την περίοδο αιχμής του αντιμνημονιακού κινήματος δωδεκαπλασιάστηκαν, από 302 το 2008, φτάνουν τις 3742 το 2011 την περίοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (Γ. Παπανδρεόυ), αυξήθηκαν πολύ την περίοδο διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, από 3780 το 2014 σε 9295 το 2016 και σε 11113 το 2018, και η αυξητική πορεία τους συνεχίστηκε και με τη σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ.
Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητη η συγκρότηση και ανάπτυξη ενός ευρύτατου λαϊκού κινήματος καταδίκης των κυβερνητικών αντιδημοκρατικών μεθοδεύσεων, υπεράσπισης και διεύρυνσης των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με τη δημιουργική συμβολή, πρωτίστως, των δυνάμεων της ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, αλλά και πολιτών και φορέων με δημοκρατικό προσανατολισμό και ευαισθησίες. Μόνο έτσι θα μπορούσε να διεκδικηθεί αποτελεσματικά να καταργηθεί το θεσμικό πλαίσιο, που επιτρέπει της υποκλοπές επικοινωνιών και να υπάρχει πολιτικός έλεγχος της ΕΥΠ από ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή.
Στη δεκαετία του ΄80, όταν είχαν καταγγελθεί ότι γίνονταν τηλεφωνικές υποκλοπές από τον ΟΤΕ με Διοικητή του τον Θ. Τόμπρα, το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων του ΟΤΕ είχε πρωτοστατήσει στις αποκαλύψεις και διεκδίκησε και πέτυχε τη συγκρότηση διακομματικής επιτροπής ελέγχου του απορρήτου των επικοινωνιών στον ΟΤΕ. Εάν έτσι έγιναν τα πράγματα τότε, γιατί όχι και σήμερα, πόσο μάλλον που αυτοί οι αντιδημοκρατικοί μηχανισμοί έχουν γιγαντωθεί και αποθρασυνθεί;
Άρθρο του στελέχους της Λαϊκής Ενότητας και πρώην βουλευτή και υπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ την περίοδο Ιανουάριος - Ιούλιος 2015
Και τι δεν κάνατε για να με θάψετε.
Όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος
Νίκος Χριστιανόπουλος
Στις 5/7/2015 ο ελληνικός λαός, αψηφώντας τους εκβιασμούς, τις απειλές και τα πραξικοπηματικά τελεσίγραφα των δανειστών (ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ) και την ακατάσχετη κινδυνολογία από τα μνημονιακά κόμματα και ΜΜΕ, με 62% στο δημοψήφισμα είπε ΟΧΙ στα μνημόνια της λιτότητας και στην ταπεινωτική εποπτεία, ανοίγοντας δρόμους ελπίδας.
Ήταν μια άνιση και σκληρή μάχη. Ο ελληνικός λαός είχε ν’ αντιμετωπίσει τους εκπρόσωπους του κατεστημένου και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών ελίτ (Μέρκελ, Σόιμπλε, Λαγκάρντ), που επιδίωκαν να συνεχίσουν τη φτωχοποίησή του. Τους ολιγάρχες της χώρας μας, που ήθελαν τη συνέχιση της εφαρμογής των μνημονίων λιτότητας και συρρίκνωσης δικαιωμάτων και εισοδημάτων του εργαζόμενου λαού, γιατί αυτοί ωφελούνταν από αυτά. Το μνημονιακό πολιτικό και μιντιακό κατεστημένο, που δημιουργούσε, ζοφερό κλίμα τρόμου, παίζοντας με τον λαϊκό φόβο και αγωνία στις ουρές των ΑΤΜ των τραπεζών, που οι δανειστές τις έκλεισαν, σκόπιμα, εκβιάζοντας τον να ψηφίσει ΝΑΙ στο δημοψήφισμα.
Ο ελληνικός λαός δεν φοβήθηκε τις αθέμιτες μεθοδεύσεις των δανειστών και των υποστηρικτών τους στη χώρα μας και διεθνώς. Αντίθετα, αγανάκτησε τόσο πολύ από αυτές, που ψήφισε πλειοψηφικά ΟΧΙ. Ένα ΟΧΙ που άνοιγε την πόρτα για την εφαρμογή μιας ελπιδοφόρας εναλλακτικής πολιτικής εξόδου από την κρίση, εφόσον, βεβαίως, η ελληνική κυβέρνηση θα σεβόταν τη εκφρασμένη δημοκρατικά λαϊκή βούληση, αντλώντας δύναμη από αυτή, για να εφαρμόσει το πρόγραμμά της .
Η ακύρωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος λίγο μετά τη διεξαγωγή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και την τότε κυβέρνηση και η μετατροπή του υπερήφανου ΟΧΙ του ελληνικού λαού και της νεολαίας σε ταπεινωτικό ΝΑΙ στο 3ο μνημόνιο, δεν είχε ιστορικό προηγούμενο στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς. Ήταν, ουσιαστικά, ένα πολιτικό πραξικόπημα σε βάρος της κυρίαρχης και εκφρασμένης δημοκρατικά λαϊκής βούλησης και κάθε έννοιας δημοκρατίας και λαϊκής κυριαρχίας. Ήταν σαν να γεννήθηκε ένα τέρας της ιστορίας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είχε την δημοκρατική, ηθική και πολιτική υποχρέωση να σεβαστεί μέχρι τέλους το «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού. Εναλλακτικές προτάσεις στα μνημόνια διέθετε, όχι μόνο αυτή που προτεινόταν από την ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και άλλες.
Η μνημονιακή συνθηκολόγηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν πολλαπλά καταστροφική σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε την πολιτική αξιοπιστία του, διασπάστηκε, μεταλλάχτηκε και ενσωματώθηκε πλήρως στη λογική του συστήματος. Στο λαό και – ιδιαίτερα – στη νεολαία επικράτησε κλίμα βαθειάς απογοήτευσης και κινηματικής πολιτικής αποστράτευσης. Η κοινωνία συντηρητικοποιήθηκε, η ΝΔ ανάκτησε την πολιτική ηγεμονία και επανήλθε στη διακυβέρνηση της χώρας τον Ιούλιο του 2019, κερδίζοντας τρεις εκλογικές αναμετρήσεις (ευρωεκλογές, αυτοδιοικητικές και βουλευτικές εκλογές).
Μέσα στα 7 χρόνια που πέρασαν από τότε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για να δικαιολογήσει τη μνημονιακή συνθηκολόγησή της από το αρχικό επιχείρημά της «δεν είχαμε άλλη επιλογή», πέρασε εύκολα στο «πήγαμε με τη σωστή πλευρά της ιστορίας» και, μόλις, πριν λίγες ημέρες ακόμα ευκολότερα στο «με τα μνημόνια που υπογράψαμε και εφαρμόσαμε τηρήσαμε το ΟΧΙ», εξοργίζοντας ένα ολόκληρο κόσμο που είχε ψηφίσει ΟΧΙ στα μνημόνια.
Εξακολουθώ να πιστεύω ότι εκείνο το ΟΧΙ δεν ξεχάστηκε. Ο λαός του 62% το θυμάται ως μία πράξη υπεράσπισης της αξιοπρέπειάς του, της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας. Αποτελεί αγωνιστική παρακαταθήκη για το μέλλον, όταν νέες γενιές αγωνιστών θα προσπαθήσουν να τα καταφέρουν καλύτερα από τη δική μας γενιά, που βιώνει βαθιά απογοήτευση από τη διάψευση των προσδοκιών και των αγώνων της για ένα καλύτερο κόσμο.
Όσοι/ες σεβαστήκαμε το δημοψηφισματικό λαϊκό ΟΧΙ, παραιτούμενοι από κυβερνητικές, βουλευτικές και κομματικές θέσεις ευθύνης, μετά την έγκριση του 3ου μνημονίου, μπορεί τότε να νικηθήκαμε, αλλά δεν υποταχτήκαμε στο σύστημα και δεν εκχωρήσαμε το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.