Από το γραφείο τύπου της Ανυπάτακτης Αττικής εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση:
Την Τετάρτη 21/9 συνεδρίασε με τηλεδιάσκεψη το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής για να γνωμοδοτήσει σχετικά με την Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) της αναθεώρησης του ΠΕΣΔΑ. Πέρα από την ουσία της καταστροφικής διαχείρισης των απορριμμάτων, τίθενται επιπλέον ζητήματα δημοκρατικής λειτουργίας του Περιφερειακού Συμβουλίου, αλλά και αποκλεισμού των κατοίκων της Αττικής από τις συνεδριάσεις του, στα οποία θα αναφερθούμε αναλυτικά στη συνέχεια.
Ο νέος ΠΕΣΔΑ είναι ένας σχεδιασμός που επιχειρεί να εισάγει και να γενικεύσει την καύση των απορριμμάτων, προωθεί ένα άκρως συγκεντρωτικό μοντέλο διαχείρισης χωρίς συμμετοχή του Α Βαθμού και των πολιτών, διαιωνίζει το έγκλημα του ΧΥΤΑ Φυλής που θα είναι στο διηνεκές η χωματερή της Αττικής, ενώ επεκτείνει το έγκλημα στο Σχιστό και στο Γραμματικό. Ακυρώνει κάθε δυνατότητα διαχείρισης με γνώμονα το περιβάλλον, την υγεία των πολιτών, αλλά και τη μείωση της οικονομικής τους επιβάρυνσης. Υποβαθμίζει συνειδητά την ανακύκλωση, την πρόληψη και την επαναχρησιμοποίηση. Και όλα αυτά, προς όφελος των μεγαλοεργολάβων που λυμαίνονται επί δεκαετίες την διαχείριση των απορριμμάτων (και όχι μόνο).
Συνοπτικά, οι προτάσεις του νέου ΠΕΣΔΑ που «αναλύονται» στη ΣΜΠΕ ως προς τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις είναι: α) η κατασκευή 6 φαραωνικών μονάδων διαχείρισης απορριμμάτων, που αποκαλούνται Μονάδες Ανάκτησης – Ανακύκλωσης αποβλήτων (ΜΑΑα). Πρόκειται για τις γνωστές ΟΕΔΑ, όπως της Φυλής, που αλλάζουν μόνο όνομα, για να χρυσώσουν το χάπι. Εξ αυτών, χωροθέτηση υπάρχει μόνο για τις τρεις, δηλαδή τη Φυλή, το Σχιστό και το Γραμματικό. Επομένως, το μόνο πραγματικό δεδομένο από την αναθεώρηση του ΠΕΣΔΑ, είναι η συνέχεια της λειτουργίας της Φυλής (σημειώνεται ότι η διατήρηση του ΕΜΑΚ και του Αποτεφρωτήρα προβλέπονται ρητά), το φόρτωμα επιπλέον βαρών στο Σχιστό και η περιβαλλοντική καταστροφή στο Γραμματικό. Για τις άλλες τρεις μονάδες δεν υπάρχει χωροθέτηση, ενώ προβλέπεται σαφώς ότι αν δεν βρεθεί κατάλληλη χωροθέτηση, επιτρέπεται η συγχώνευση με ήδη αδειοδοτημένες μονάδες, δηλαδή τις παραπάνω τρεις, β) η πλήρης νομιμοποίηση της καύσης, ως του μοναδικού μάλιστα τρόπου να πιαστούν οι στόχοι για τον ριζικό περιορισμό υπολείμματος που οδηγείται σε ταφή, γ) η πλήρης επέκταση και νομιμοποίηση της διαχείρισης από τους εργολάβους, αφού οι ΜΑΑα προβλέπεται να κατασκευαστούν και να λειτουργήσουν με ΣΔΙΤ.
Είναι γνωστό σε όλους μας ότι ο Περιφερειάρχης, από την αρχή της θητείας του, αλλά και προεκλογικά, δεσμευόταν για συνολική επίλυση του ζητήματος των απορριμμάτων και άμεσο κλείσιμο της Φυλής. Το μόνο που έχει γίνει τρία χρόνια αργότερα, είναι τεράστια σπατάλη δημοσίου χρήματος, πολλές φορές μέσω απευθείας αναθέσεων και αδιαφανών πρακτικών, φιέστες προβολής του Περιφερειάρχη χωρίς κανένα περιεχόμενο και διαρκείς επεκτάσεις της ντροπής του ΧΥΤΑ Φυλής. Η ίδια η ΣΜΠΕ κάνει την παραδοχή ότι η ανάκτηση βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα. Η πραγματικότητα είναι ακόμα χειρότερη από ότι παρουσιάζεται στη μελέτη: Η ανάκτηση από την προδιαλογή ανέρχεται περίπου στο 13%, ενώ το υπόλοιπο 87% των σύμμεικτων απορριμμάτων οδηγείται στη Φυλή. Μετά την όποια επεξεργασία στο ΕΜΑΚ, η ανάκτηση φτάνει στο 14% περίπου, με αποτέλεσμα το 86% των σύμμεικτων απορριμμάτων να θάβεται. Είναι προφανές ότι μιλάμε για μια συνολική αποτυχία, αιτία για την οποία αποτελεί η πλήρης στήριξη της κερδοσκοπίας από τα απορρίμματα. Δεν έχει γίνει σχεδόν τίποτα για την υποστήριξη της αποκέντρωσης και της προδιαλογής, με αποτέλεσμα μία καταστροφική περιβαλλοντικά, αλλά και πανάκριβη για τους πολίτες διαχείριση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των νησιωτικών δήμων, που μεταφέρουν σε καθημερινή βάση σύμμεικτα στη Φυλή διά θαλάσσης, με τεράστιο οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος. Ακόμα πιο χαρακτηριστικές είναι οι επεκτάσεις της Φυλής, η αύξηση της δυναμικότητας του ΕΜΑΚ και οι λοιπές σχετικές παρεμβάσεις που, επί της ουσίας, «εγγυώνται» τη συνέχεια της λειτουργίας της Φυλής για άλλα 30 χρόνια.
Ο Περιφερειάρχης, κατά την προσφιλή του μέθοδο, όχι μόνο επανέλαβε τα γνωστά ψέματα ότι δήθεν δεν συναινεί στην καύση, αλλά επιπλέον κατηγόρησε σε πολύ υψηλούς τόνους το σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης, τους δήμους της Αττικής, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και τα κινήματα ότι είναι ψεύτες και λαϊκιστές όταν προειδοποιούν ότι η κατεύθυνση για τη διαχείριση των απορριμμάτων είναι η γενίκευση της καύσης.
Στη ΣΜΠΕ που ήρθε προς συζήτηση αποτυπώνεται με απόλυτη σαφήνεια ότι πρώτη επιλογή για τη διαχείριση των απορριμμάτων αποτελεί η καύση. Αυτό που ήταν εμφανές από τον ΕΣΔΑ, στον οποίο προβλέπονται τεράστιες μονάδες καύσης, μία εξ αυτών στην Αττική με δυναμικότητα 1000 τόνων ημερησίως, επιβεβαιώνεται από τον ΠΕΣΔΑ. Η μεθόδευση κυβέρνησης και Περιφέρειας για να προωθηθεί η καύση είναι συγκεκριμένη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έθεσε ως στόχο το υπόλειμμα που θα κατευθύνεται για ταφή να είναι μικρότερο από 10% των σύμμεικτων έως το 2030. Παρά τα ψέματα κυβέρνησης και Περιφέρειας, ούτε καν η ΕΕ δεν έχει θέσει έναν τέτοιο στόχο, παρά μόνο για το 2035 ή, υπό προϋποθέσεις, το 2040. Επομένως, η εξωτερική πίεση και η «έλλειψη εναλλακτικής» είναι χονδροειδές ψέμα που έχει επιστρατεύσει η κυβέρνηση και ο Περιφερειάρχης για να επιβάλουν την καύση. Ένας τέτοιος στόχος, σημαίνει μείωση των αποβλήτων που οδηγούνται σε ταφή κατά 76 ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε 7,5 χρόνια, ενώ ταυτόχρονα υπάρχει μία πραγματικότητα πλήρους έλλειψης υποδομών, σχεδιαζόμενων έργων (και βούλησης) για την ενίσχυση της προδιαλογής και της ανακύκλωσης. Φυσικά, όταν αυτός ο στόχος τέθηκε στον ΕΣΔΑ, ο Περιφερειάρχης που «δεν θέλει την καύση στην Αττική», δεν έβγαλε κουβέντα. Έτσι, στη ΣΜΠΕ αναφέρεται ρητά ότι «αποδεικνύεται, ότι ο συγκεκριμένος στόχος δεν επιτυγχάνεται χωρίς δημιουργία μονάδων ενεργειακής αξιοποίησης των υπολειμμάτων ΑΣΑ και τον εξευγενισμό τους για το σκοπό αυτό, στις οποίες σύμφωνα με το αναθεωρημένο ΕΣΔΑ θα υφίστανται επεξεργασία τα υπολείμματα και ενδεχομένως και τα παραγόμενα δευτερογενή καύσιμα». Προβλέπεται λοιπόν όχι μόνο η παραγωγή SRF/RDF, αλλά και η καύση σύμμεικτων. Με βάση τις προβλέψεις της ΣΜΠΕ, οι νέες μονάδες θα παράγουν 300.000 τόνους περίπου δευτερογενούς καυσίμου (30% του σύμμεικτου), ενώ επιπλέον θα παράγεται περίπου 30% υπόλειμμα, από το οποίο, για να πιαστεί ο στόχος, το μεγαλύτερο μέρος (20%) θα προορίζεται για καύση. Μιλάμε επομένως για μια συνθήκη που το 50% κατά βάρος του σύμμεικτου, θα καταλήξει να καίγεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είτε σε μονάδες καύσης, είτε στην τσιμεντοβιομηχανία. Πρόκειται για ένα τεράστιο έγκλημα που εξυφαίνεται στις πλάτες μας, που θα καταδικάσει το λαό και το περιβάλλον για δεκαετίες. Η καύση δευτερογενών καυσίμων, πολλώ δε μάλλον σύμμεικτου, σημαίνει έκλυση επικίνδυνων, τοξικών ουσιών και τοξική τέφρα. Σημαίνει επιπλέον μία πολιτική που δεν θα προωθεί την ανακύκλωση – επαναχρησιμοποίηση. Η πιο «ασφαλής» λειτουργία των μονάδων καύσης προϋποθέτει την αδιάλειπτη λειτουργία τους στο μέγιστο της δυναμικότητάς τους, ώστε να περιορίζεται ο περιβαλλοντικός κίνδυνος. Ταυτόχρονα, το ιδιωτικό κεφάλαιο που θα αναλάβει να υλοποιήσει τα αναγκαία έργα, θα εξασφαλίσει την απόδοση της όποιας επένδυσης με εγγυημένες ποσότητες. Επομένως, μία τέτοια κατεύθυνση «εξασφαλίζει» ότι η κεντρική επιλογή για τη διαχείριση των αποβλήτων τις επόμενες δεκαετίες, θα είναι η καύση. Η επιμονή του Περιφερειάρχη ότι εργοστάσιο καύσης «δεν προβλέπεται στην Αττική» είναι προκλητική. Η μονάδα της Αττικής θα επιχειρηθεί να κατασκευαστεί και να λειτουργήσει. Ο ΠΕΣΔΑ την προβλέπει στις επιτρεπόμενες χρήσεις. Μικρή ή και καμία σημασία δεν έχει, αν η διοίκηση της Περιφέρειας θα επιχειρήσει να εξάγει τα απορρίμματα της Αττικής (και την περιβαλλοντική επιβάρυνση) εκτός της Περιφέρειας, όπως υπαινίσσεται ο Περιφερειάρχης. Η καταστροφή δεν αλλάζει, μόνο το ακριβές σημείο.
Είναι άξιο απορίας πώς επιχειρείται να πειστούμε ότι μία μελέτη που δεν περιλαμβάνει χωροθετήσεις για τις μισές ΜΑΑα που προγραμματίζεται να κατασκευαστούν, είναι εφικτό να εκτιμήσει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του νέου ΠΕΣΔΑ στο σύνολο της Αττικής. Η απάντηση των μελετητών ήταν αφοπλιστική: η ΣΜΠΕ εκτιμά απλώς ότι με την εφαρμογή του ΠΕΣΔΑ, περιβαλλοντικά η κατάσταση θα είναι «καλύτερη» από τη σημερινή και θα πιαστούν οι κυβερνητικοί στόχοι για τη μείωση του υπολείμματος που θάβεται. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των μονάδων θα εκτιμηθούν χωριστά, όταν προχωρήσουν οι χωροθετήσεις!! Συνεπώς, καμία Στρατηγική Μελέτη δεν πρόκειται να γίνει για τις σωρευτικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του ΠΕΣΔΑ στο σύνολο της Αττικής, οι οποίες στην πραγματικότητα δεν θα εκτιμηθούν ποτέ, αφού στη σημερινή ΣΜΠΕ χωροθετήσεις δεν υπάρχουν και άλλη ΣΜΠΕ δεν προβλέπεται να υπάρξει.
Επιπλέον, η ΣΜΠΕ έχει την πρωτοτυπία να μην εξετάζει καμία άλλη εναλλακτική λύση, πλην της προτεινόμενης στον ΠΕΣΔΑ (εδώ να σημειώσουμε ότι οι συντάκτες του ΠΕΣΔΑ είναι ταυτόχρονα και συντάκτες της ΣΜΠΕ, ελέγχουν δηλαδή τους εαυτούς τους ως προς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του προτεινόμενου σχεδιασμού!). Μετά από επίμονες ερωτήσεις της Ανυπότακτης Αττικής, αλλά και συμβούλων άλλων παρατάξεων της αντιπολίτευσης, εάν πραγματικά οι μελετητές θεωρούν ότι δεν υπάρχει καμία άλλη λύση, με την ενίσχυση, για παράδειγμα της αποκέντρωσης και της διαλογής στην πηγή, οι μελετητές αναγκάστηκαν να απαντήσουν ότι υπάρχουν και άλλες λύσεις. Όπως χαρακτηριστικά είπαν «Μας ζητάνε, μέσω της καύσης, να πάμε σε υπόλειμμα 10% για ταφή». Αλλά και ότι οι ίδιοι μελέτησαν ένα σενάριο που στηρίζεται περισσότερο σε πιο μικρές, αποκεντρωμένες μονάδες και στην προδιαλογή, ωστόσο δεν θεώρησαν σκόπιμο να το συμπεριλάβουν στην μελέτη γιατί δεν πιάνει με ασφάλεια το στόχο για ταφή κάτω από 10% μέχρι το 2030. Δύο ενδεχόμενα υπάρχουν, που καταλήγουν βέβαια στο ίδιο συμπέρασμα: ή οι μελετητές κλήθηκαν να παραδώσουν μία ΣΜΠΕ που θα εμφανίζει τον συγκεντρωτισμό στη διαχείριση των αποβλήτων και την καύση ως μοναδική λύση, ή οι στόχοι κυβέρνησης και περιφέρειας διαμορφώθηκαν έτσι, ώστε να επιβάλλουν την καύση «εκ των πραγμάτων». Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα μιας καταστροφικής περιβαλλοντικά διαχείρισης, αλλά και πανάκριβης, ώστε ο πολίτης να πληρώνει άμεσα και έμμεσα τους εργολάβους, παραμένει το ίδιο.
Ο νέος ΠΕΣΔΑ συνεχίζει και παροξύνει τη φιλοσοφία του προηγούμενου, προωθώντας την κατεύθυνση τεράστιων εγκαταστάσεων, υπό την ευθύνη της Περιφέρειας και του ΕΔΣΝΑ. Η λογική των μικρών, αποκεντρωμένων δημοτικών ή διαδημοτικών μονάδων δεν υπάρχει σε κανένα σημείο του σχεδιασμού. Το στοιχείο της τοπικής διαχείρισης είναι ανύπαρκτο, ενώ η διαλογή στην πηγή ελάχιστη και υποβαθμισμένη. Παράλληλα, απαξιωμένη είναι και η πρόληψη, αφού, σε αντίθεση με τους υψηλότατους, ανέφικτους στόχους για τον περιορισμό του υπολείμματος που θα οδηγείται σε ταφή, η μείωση της παραγωγής αποβλήτων έως το 2030 δεν φτάνει ούτε το 6%. Παράλληλα, ακόμα και η κατασκευή υποδομών για προδιαλογή (όπου δεν υπάρχουν δίκτυα, δηλαδή στην συντριπτική πλειοψηφία των δήμων) ανατίθεται στον ΕΔΣΝΑ, με προφανή τη στόχευση της τελικής διαχείρισης από εργολάβους.
Στις τοποθετήσεις του, ο Περιφερειάρχης δεν παρέλειψε να τονίσει πολλές φορές ότι η διαχείριση των απορριμμάτων γίνεται σε συνεργασία με τους δήμους της Αττικής, με σεβασμό στις απόψεις τους. Το θράσος του Περιφερειάρχη φαίνεται ότι δεν έχει όριο. Η αλήθεια είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία των δήμων της Αττικής τοποθετούνται αρνητικά στην ΣΜΠΕ και συνολικά στο νέο ΠΕΣΔΑ. Από τους δήμους που έστειλαν τις αποφάσεις τους, μόνο 4 γνωμοδοτούν θετικά. Από όσους δήμους τοποθετήθηκαν στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, ούτε ένας δεν συναινεί στο νέο ΠΕΣΔΑ. Η ΠΕΔΑ γνωμοδοτεί αρνητικά και απορρίπτει τον νέο ΠΕΣΔΑ. Προφανώς, το ίδιο πράττουν και οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, φορείς και συλλογικότητες της Αττικής. Όσο για τον ισχυρισμό του Περιφερειάρχη ότι οι δήμοι συμμετέχουν στη διοίκηση του ΕΔΣΝΑ, πρόκειται για κοροϊδία. Στα τρία χρόνια της διοίκησης Πατούλη, το ΔΣ του ΕΔΣΝΑ έχει συνεδριάσει τρεις φορές, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονται από την 7μελή Εκτελεστική Επιτροπή, στην οποία συμμετέχει αποκλειστικά η διοίκηση και οι ομοϊδεάτες της. Με αυτό τον τρόπο, εξασφαλίζεται ότι ο σχεδιασμός για τα απορρίμματα γίνεται από τους εργολάβους και όσους τους εξυπηρετούν και απολύτως καμία σχέση δεν έχει με τον Α Βαθμό της αυτοδιοίκησης και τους πολίτες της Αττικής.
Η μοναδική λύση για την διαχείριση των απορριμμάτων της Αττικής είναι η πλήρης αλλαγή πορείας. Σε αντιπαράθεση με την λογική της εξυπηρέτησης των εργολάβων, την αδιαφάνεια, τον συγκεντρωτισμό και την αδιαφορία για την καταστροφή του περιβάλλοντος. Απαιτείται μία συνολική κατεύθυνση που θα περιλαμβάνει: α) ένα πλήρως δημόσιο σύστημα διαχείρισης για να μην καταλήγουν τα σκουπίδια χρυσωρυχείο και να μην αποτελεί κριτήριο η κερδοφορία του εργολάβου. Καμία σκέψη για ΣΔΙΤ, καμία συνέχεια της παράδοσης της ανακύκλωσης σε εργολάβους, καμία ιδιωτικοποίηση της αποκομιδής, β) ένα αποκεντρωμένο σύστημα, με προτεραιότητα στην τοπική διαχείριση μέσω δημοτικών και διαδημοτικών μονάδων που θα περιορίσουν τόσο την περιβαλλοντική επιβάρυνση, όσο και το κόστος, μακριά από τις υπερσυγκεντρωτικές, αδιαφανείς διαδικασίες του ΕΔΣΝΑ, δ) έμφαση και προτεραιότητα στην πρόληψη, στη διαλογή στην πηγή με διακριτά ρεύματα ανακύκλωσης, στην ανάκτηση και την επαναχρησιμοποίηση. Υποστήριξη του Α Βαθμού με πόρους, μέσα και προσωπικό για να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση, ε) ισοκατανομή των βαρών, διακοπή της λειτουργίας της Φυλής και περιβαλλοντική αποκατάσταση. Χωροθετήσεις με σεβασμό στο περιβάλλον και συμμετοχή των πολιτών στον σχεδιασμό.
Η στάση του Περιφερειάρχη απέναντι στο Περιφερειακό Συμβούλιο, τόσο γενικά, όσο και ειδικότερα για το θέμα των απορριμμάτων είναι αυτή της πλήρους απαξίωσης και της απόκρυψης. Από την πλειοψηφία των παρατάξεων της αντιπολίτευσης έχει επανειλημμένα ζητηθεί να έρθει προς συζήτηση το θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων, πριν ολοκληρωθεί ο νέος ΠΕΣΔΑ. Δεκάδες αιτήματα έχουν υποβληθεί, εγγράφως και προφορικά, ήδη από την πρώτη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου το 2019. Απέναντι σε αυτά, η απάντηση είναι μονίμως η ίδια: ψεύτικες δεσμεύσεις ότι θα γίνει εκτενής συζήτηση και διαρκείς αναβολές, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται τετελεσμένα. Το Περιφερειακό Συμβούλιο πληροφορήθηκε από το διαδίκτυο για την ολοκλήρωση (;) του ΠΕΣΔΑ, αλλά και για την έναρξη της διαβούλευσης για την ΣΜΠΕ. Ακόμα, όταν συγκλήθηκε συνεδρίαση, με αίτημα της αντιπολίτευσης, για να συζητηθεί η διαχείριση των απορριμμάτων και ο νέος ΠΕΣΔΑ, η συζήτηση δεν έγινε ποτέ, αφού η διοικούσα παράταξη και τα δεκανίκια της, μέχρι και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, δεν εμφανίστηκαν, επιλέγοντας τον εμπαιγμό των συμβούλων, αλλά και των δημάρχων και εκπροσώπων φορέων που ήρθαν για να τοποθετηθούν και να διαμαρτυρηθούν.
Στη συνεδρίαση της Τετάρτης, όμως, για μια φορά ακόμα ξεπεράστηκε κάθε όριο. Η διοίκηση επέλεξε να διεξάγει με τηλεδιάσκεψη τη συνεδρίαση, η οποία αφορά στο πιο κρίσιμο ζήτημα της Περιφέρειας. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι οι συνεδριάσεις με τηλεδιάσκεψη είχαν καταργηθεί νομοθετικά και προβλέφθηκαν εκ νέου σε φωτογραφική τροπολογία, κατά παραγγελία Πατούλη, αφού φαίνεται πως η διοίκηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει την πλειοψηφία για να πάρει τις αποφάσεις που θέλει σε διά ζώσης συνεδριάσεις. Έκτοτε, δεν έχει διεξαχθεί ούτε μία φορά διά ζώσης συνεδρίαση, με πρόσχημα τον κορωνοϊό, παρότι όλες οι πλευρές της κοινωνικής ζωής δεν υπόκεινται σε κανέναν περιορισμό και όλα τα συλλογικά σώματα, συμπεριλαμβανομένης και της βουλής, συνεδριάζουν διά ζώσης.
Στην προηγούμενη συνεδρίαση, οι παρατάξεις της αντιπολίτευσης ζήτησαν με κάθε τρόπο να αναβληθεί η συζήτηση και να γίνει διά ζώσης. Η διοίκηση αρνήθηκε ακόμα και να θέσει σε ψηφοφορία το αίτημα αυτό. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας έδειξε ξεκάθαρα γιατί ο Περιφερειάρχης πάλεψε με νύχια και με δόντια για τη διαιώνιση της τηλεδιάσκεψης.
Η ΣΜΠΕ υπερψηφίστηκε από 47 συμβούλους, καταψηφίστηκε από 47 συμβούλους και τελικά πέρασε αφού ο Πρόεδρος έκανε χρήση του δικαιώματός του η θετική ψήφος του να καταμετρηθεί διπλά. Σαν να μην έφτανε αυτό, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας της Τετάρτης κρίθηκε απόλυτα από το ότι η συνεδρίαση έγινε με τηλεδιάσκεψη. Στην ψηφοφορία δεν καταμετρήθηκε η ψήφος επικεφαλής παράταξης της αντιπολίτευσης, ο οποίος ήταν παρών καθ’ όλη την διάρκεια της συνεδρίασης, τοποθετήθηκε εκφράζοντας τη θέση της παράταξής του ότι καταψηφίζει την ΣΜΠΕ και πετάχτηκε εκτός ηλεκτρονικού συστήματος κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας. Παρότι ο ίδιος επικοινώνησε με τον Πρόεδρο του Συμβουλίου για να του εξηγήσει το πρόβλημα, άλλη σύμβουλος της παράταξής του είπε δημόσια ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα, αλλά και άλλοι επικεφαλής της αντιπολίτευσης που επικοινώνησαν μαζί του την ίδια ώρα, το επιβεβαίωσαν, η ψήφος του δεν καταμετρήθηκε.
Έτσι, παρότι η πλειοψηφούσα θέση ήταν η απόρριψη της ΣΜΠΕ, με την … βοήθεια της τεχνολογίας ο Περιφερειάρχης κατόρθωσε να την περάσει, με μια νοθευμένη διαδικασία, που αποτελεί εμπαιγμό τόσο για το Περιφερειακό Συμβούλιο, όσο και για της πολίτες της Αττικής.
Ο ΠΕΣΔΑ, εάν και όταν έρθει προς συζήτηση στο Περιφερειακό Συμβούλιο, δεν πρέπει να περάσει. Η διοικούσα παράταξη και τα δεκανίκια της, Χρυσή Αυγή και Τζήμερος, δεν μπορούν να επιβάλουν αυτή την πολιτική και, όπως φαίνεται, δεν μπορούν καν να συγκεντρώσουν πλειοψηφία.
Είναι επιτακτική ανάγκη να διεκδικήσουμε και να επιβάλλουμε την διά ζώσης συζήτηση του ΠΕΣΔΑ, με την παρουσία των συμβούλων, αλλά και του Α Βαθμού αυτοδιοίκησης, των φορέων και των πολιτών της Αττικής. Οτιδήποτε άλλο θα αποτελεί πραξικόπημα.
Είναι επιτακτική ανάγκη να σταματήσουμε την επιβολή μιας πολιτικής που καταστρέφει το περιβάλλον, την υγεία του λαού της Αττικής και υπονομεύει το μέλλον των παιδιών μας.
Από το γραφείο τύπου της Ανυπότακτης Αττικής εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση:
Η χθεσινή συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής ήταν ένα ηχηρό χαστούκι στην κυβέρνηση της εκτροπής. Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της παράταξης Πατούλη και του γνωστού ακροδεξιού δεκανικιού του, Τζήμερου, να μην τεθεί καν σε συζήτηση ψήφισμα για την καταδίκη των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων– στα πρότυπα της διαχείρισης Μπακογιάννη στο δήμο Αθηναίων, η κατεύθυνση της απόκρυψης δεν πέρασε.
Το ζήτημα όχι απλώς συζητήθηκε, αλλά το Περιφερειακό Συμβούλιο αποφάσισε κατά πλειοψηφία να εκδώσει ψήφισμα καταγγελίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη και του σκανδάλου των υποκλοπών.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου, το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής «καταδικάζει την παρακολούθηση του ευρωβουλευτή και προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, Νίκου Ανδρουλάκη, των δημοσιογράφων Θανάση Κουκάκη και Σταύρου Μαλιχούδη, των υποκλοπών στα κεντρικά γραφεία του ΚΚΕ, καθώς και 15.000 πολιτών .. την λειτουργία παρακρατικών μηχανισμών, αυτού του «επιτελικού παρακράτους» που λειτουργεί συμπληρωματικά με το «επιτελικό κράτος», απαιτεί την πλήρη διερεύνηση και την απόδοση ευθυνών.
Η δυσώδης υπόθεση των υποκλοπών αποκαλύπτει ένα τεράστιο πλήγμα στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις ελευθερίες, με τη μεθόδευση και την υπογραφή του ίδιου του Μητσοτάκη, που οικοδόμησε ένα θεσμικό πλαίσιο που αφήνει ακόμα πιο ανεξέλεγκτους αυτούς τους μηχανισμούς. Ακόμα όμως περισσότερο, η παρακολούθηση Ανδρουλάκη εν μέσω εσωκομματικών διεργασιών του ΠΑΣΟΚ και με δεδομένη την στήριξη του μητσοτακικού περιβάλλοντος σε άλλο υποψήφιος, είναι μια άμεση προσπάθεια παρέμβασης στην πολιτική ζωή της χώρας. Είναι πρωτοφανές και αδιανόητο, η κυβέρνηση και ο εσμός του Πρωθυπουργού να χρησιμοποιούν εμφανείς μηχανισμούς της ΕΥΠ, αλλά και ακόμα πιο σκοτεινούς, αφανείς μηχανισμούς που συνδέονται με λογισμικά τύπου Predator για να επηρεάσουν την ανάδειξη ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, ώστε να εξασφαλίσουν την παραμονή τους στην εξουσία μέσα από μια συγκυβέρνηση στη δική τους κατεύθυνση.
Δεν θα αποδεχθούμε την αντιδημοκρατική – παρακρατική εκτροπή που οργανώθηκε και επιβλήθηκε από τον Μητσοτάκη και τους εξ απορρήτων του. Ο λαός και η νεολαία πρέπει να παλέψουν για την ανατροπή της κυβέρνησης των κοριών, να αντισταθούν έμπρακτα, στο δρόμο, στην εκτροπή. Ταυτόχρονα, να διεκδικήσουν και να επιβάλουν την ανατροπή των πολιτικών της ακρίβειας, της φτωχοποίησης, της κοινωνικής καταστροφής που, χωρίς καμία νομιμοποίηση, θέλει να εφαρμόσει η κυβέρνηση των υποκλοπών, του αυταρχισμού, των παρακρατικών πρακτικών.
Ακολουθεί ολόκληρο το ψήφισμα του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής.
ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΥΠΟΚΛΟΠΩΝ
Το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής εκφράζει την ανησυχία του για την λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και καταδικάζει την παρακολούθηση του ευρωβουλευτή και προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, Νίκου Ανδρουλάκη, των δημοσιογράφων Θανάση Κουκάκη και Σταύρου Μαλιχούδη, των υποκλοπών στα κεντρικά γραφεία του ΚΚΕ, καθώς και 15.000 πολιτών.
Οι πρακτικές αυτές δηλητηριάζουν την πολιτική ζωή του τόπου και δημιουργούν νοσηρό πολιτικό κλίμα.
Θεωρώντας ότι η προάσπιση των θεμελιωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων όλων των πολιτών αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αξιόπιστη λειτουργία των θεσμών και για την πρόοδο της πατρίδας μας, το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής απαιτεί την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης και τάσσεται ενάντια σε κάθε προσπάθεια συγκάλυψής της.
Το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής καταδικάζει την λειτουργία παρακρατικών μηχανισμών, αυτού του «επιτελικού παρακράτους» που λειτουργεί συμπληρωματικά με το «επιτελικό κράτος» των απευθείας Αναθέσεων και του ελέγχου των ΜΜΕ.
Απαιτεί μέσα από την διερεύνηση που θα υπάρξει να διαλυθούν οι «σκιές» και θα αποδοθούν οι πολιτικές και ποινικές ευθύνες όλων εκείνων που εφηύραν «λόγους εθνικής ασφαλείας» για την παρακολούθηση Έλληνα Ευρωβουλευτή και Προέδρου του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος. Πρέπει όλες οι πτυχές της δυσώδους υπόθεσης που εκθέτει τη χώρα να έλθουν στο φως.
Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει στο ερώτημα ποιος ζήτησε τη «νόμιμη επισύνδεση» των επικοινωνιών του κ. Ν. Ανδρουλάκη, για ποιο λόγο και σε ποια τεκμηρίωση στηρίχθηκαν οι λόγοι «εθνικής ασφάλειας»;
-Ήταν, ο κ. Ανδρουλάκης ελεγχόμενος για κατασκοπεία ή τρομοκρατία ή επιβουλή κατά του πολιτεύματος και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας;
-Σε ποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις πολιτικών και άλλων προσώπων έχουν υπάρξει επισυνδέσεις ή παγιδεύσεις τηλεφώνων με τη χρήση κακόβουλου λογισμικού και για πόσο χρονικό διάστημα;
-Υπάρχουν και στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης που βρέθηκαν υπό παρακολούθηση;
– Αγοράστηκε, ενοικιάστηκε ή χρησιμοποιήθηκε με μυστικά κονδύλια το κακόβουλο λογισμικό predator με το οποίο έγινε απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη και η παγίδευση του τηλεφώνου του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη;
-Γιατί δεν έχει γίνει ακόμη έρευνα στην εταιρεία Intellexa για να δώσει στοιχεία των πελατών της στην Ελλάδα;
Η ελληνική Δικαιοσύνη θα πρέπει να αφεθεί ελεύθερη να διερευνήσει -παράλληλα με την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής- και να ρίξει φως στην υπόθεση και οι ένοχοι να τιμωρηθούν.
Ο σεβασμός δηλαδή του Συντάγματος που αποτελεί θεμέλιο της δημοκρατίας μας και θα πρέπει οι πολίτες να προστατεύσουν από όσους το επιβουλεύονται με πρακτικές που μας θυμίζουν άλλες εποχές.
Οι πολίτες της Αττικής θα πρέπει να υπερασπιστούν το κράτος δικαίου και τα θεμελιώδη δικαιώματα. Καμιά ανοχή στους εχθρούς της Δημοκρατίας!
Το Περιφερειακό Συμβούλιο καταδικάζει αυτές τις ΠΑΡΑΚΡΑΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ και ζητά από την ελληνική Βουλή να θωρακίσει θεσμικά την ελληνική δημοκρατία -μετά την ομολογημένη από τη σημερινή κυβέρνηση παρακολούθηση- ώστε να είναι σεβαστό το απόρρητο των επικοινωνιών και τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών.
Από το γραφείο τύπου της "Ανυπότακτης Αττικής" εκδόθηκε η παρακάτω ανακοίνωση - καταγγελία:
Ο Δήμος Αθηναίων εφαρμόζει πολιτικές επιθετικής ανάπλασης των γειτονιών στο κέντρο της Αθήνας και παράδοσης των τελευταίων ελεύθερων χώρων και χώρων πρασίνου που έχουν απομείνει στο κέντρο σε κερδοσκοπικά ιδιωτικά συμφέροντα.
Μέσα στον Αύγουστο ο Λόφος Στρέφη έχει μετατραπεί σε αποκλεισμένο φρούριο για τους κατοίκους, με ισχυρές δυνάμεις των ΜΑΤ να περιφρουρούν τις εργασίες «ανάπλασης» της κτηματομεσιτικής εταιρείας Prodea. Το έργο της ανάπλασης προϋποθέτει καταστροφή της φυσικής μορφολογίας του Λόφου και αποσταθεροποίηση του οικοσυστήματος, αποψιλώνοντας τις πλαγιές, κόβοντας δέντρα, διαταράσσοντας τα ενδιαιτήματα ζώων και πουλιών. Ταυτόχρονα, προβλέπεται τσιμεντοποίηση των μονοπατιών, παράδοση του Βυζαντινού σε ιδιώτη για να λειτουργήσει πολυτελές αναψυκτήριο, αλλά και ενιαία περίφραξη με κάμερες, φυλάκια και φύλαξη σεκιούριτι. Από δημόσιος χώρο ζωτικής σημασίας για τη γειτονιά και τους κατοίκους, ο Λόφος επιχειρείται να μετατραπεί σε ένα αποστειρωμένο περίκλειστο χώρο.
Την ίδια πολιτική χυδαίας αδιαφορίας για τους ελεύθερους χώρους για τους κατοίκους, επιδεικνύουν άλλωστε και στην πλατεία Εξαρχείων. Αντί να ενισχυθούν οι δημόσιοι χώροι που είναι ανάσα για τους κατοίκους του κέντρου, περιορίζονται και τα λιγοστά δέντρα κόβονται για την κατασκευή σταθμού ΜΕΤΡΟ σε μια περιοχή που εξυπηρετείται σχεδόν όσο καμία άλλη από μέσα σταθερής τροχιάς, με τρεις σταθμούς ΜΕΤΡΟ και τρένου σε πολύ κοντινή απόσταση. Κυνικά και προκλητικά, η πλατεία Εξαρχείων έχει πλέον μετατραπεί μέσα στον Αύγουστο σε περιφραγμένο εργοτάξιο, με τη μόνιμη παρουσία ΜΑΤ και ΟΠΚΕ που έχουν στρατοπεδεύει στην περιοχή.
Δεν έχει περάσει και πολύς καιρός, άλλωστε, από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις για το Μεγάλο Περίπατο, έργο που θα μείνει στην ιστορία ως υπόδειγμα σπατάλης δημοσίου χρήματος, κοινωνικά άχρηστης και αντιαισθητικής παρέμβασης στον αστικό χώρο που εντείνει δραματικά το κυκλοφοριακό πρόβλημα.
Πρόκειται για μια συνολική πολιτική ακραίας τουριστικοποίησης και παράδοσης του κέντρου της Αθήνας σε κερδοσκοπικά συμφέροντα από τη Δημαρχία Μπακογιάννη. Μια πολιτική που έχει οδηγήσει στην εξαφάνιση των ελεύθερων χώρων, αλλά και διακρίνεται για την προκλητική αδιαφορία για κοινωνικά χρήσιμους σχεδιασμούς, την πλήρη υποταγή στα συμφέροντα των μεγαλοεργολάβων και εταιρειών επενδύσεων σε ακίνητα, για την στόχευση εξώθησης των κατοίκων από όλες τις γειτονιές του ιστορικού κέντρου και μετατροπής του σε πολυτελές θέρετρο για τουρίστες, τη σπατάλη κρίσιμων πόρων σε μια εποχή που θα μπορούσαν να χρησιμεύουν για την ανακούφιση του λαού της Αθήνας από την ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια.
Η εφαρμογή πολιτικών ανάπλασης του χώρου αποκλειστικά με την πυγμή της καταστολής και τις δυνάμεις των ΜΑΤ είναι το πραγματικό πρόσωπο της δημαρχίας Μπακογιάννη. Όχι μόνο η διοίκηση του δήμου αρνείται οποιαδήποτε διαβούλευση με τους κατοίκους και φορείς της πόλης και παρακάμπτει ακόμη και τις συγκροτημένες προτάσεις των κατοίκων (όπως το εναλλακτικό σχέδιο χωροθέτησης στην περίπτωση του ΜΕΤΡΟ), αλλά επιστρατεύει την ωμή καταστολή για να τσακίσει τις αντιδράσεις και τις κινητοποιήσεις τους. Μόλις λίγες ημέρες έχουν περάσει από τον άγριο ξυλοδαρμό και τις αναίτιες συλλήψεις κατοίκων των Εξαρχείων στις κινητοποιήσεις τους για το μετρό στην πλατεία και το λόφο του Στρέφη.
Η πολιτική αυτή ταυτόχρονα εντάσσεται στη συνολική στρατηγική της κυβέρνησης, που άλλωστε έχει και την πλειοψηφία στο Δήμο Αθηναίων, για επιβολή στο κέντρο της Αθήνας ενός δόγματος καταστολής, τρόμου και αστυνομοκρατίας. Ο Δήμος, σε απόλυτο συντονισμό με την κυβέρνηση και το Υπουργείο ΠροΠο, δημιουργεί την εικόνα ενός στρατοκρατούμενου κέντρου, στοχοποιεί μια ολόκληρη γειτονιά, τα Εξάρχεια, δημιουργώντας απρόκλητες κατασταλτικές εντάσεις και αναίτιες επιθέσεις στους κατοίκους, εξυπηρετώντας με τη σειρά του τη στρατηγική της έντασης και της αστυνομοκρατίας που εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Διαβάστε κι αυτό: Σκάνδαλο υποκλοπών: Αποκαλυπτικός ο Θανάσης Κουκάκης – Καταστρέφουν αρχεία στην ΕΥΠ; (video)
Μάλιστα ο Μπακογιάννης επιχειρεί να παίξει καίριο ρόλο στις προσπάθειες εφαρμογής του νόμου Χρυσοχοΐδη για τις διαδηλώσεις. Πρόκειται για έναν δήμαρχο που απαίτησε να έχει λόγο και να εισηγείται τον περιορισμό και την απαγόρευση των διαδηλώσεων, για έναν δήμαρχο που συμμετείχε στην απαγόρευση της διαδήλωσης ενάντια στις υποκλοπές του Πρωθυπουργού των κοριών, Μητσοτάκη, δίνοντας θετική προφορική γνώμη, χωρίς φυσικά να ρωτήσει κανέναν και χωρίς καμία γνώση ή εμπλοκή του δημοτικού συμβουλίου. Επιλέγει έτσι ο Μπακογιάννης, να βρίσκεται εμπροσθοφυλακή του εσμού του καθεστώτος Μητσοτάκη, πιέζοντας για την εφαρμογή ενός νόμου που ακυρώνει το συνταγματικό δικαίωμα στη διαδήλωση, που η κυβέρνηση επιχειρεί να νεκραναστήσει. Τα αποτελέσματα είναι τα γνωστά, δηλαδή κατασταλτικό όργιο που προκαλεί η λύσσα των ΜΑΤ, στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. Φυσικά, ο δήμαρχος που κόπτεται για την «διατάραξη της κοινωνικοοικονομικής ζωής» του κέντρου της Αθήνας και επιδιώκει να βάλει την προσωπική του σφραγίδα στην πολιτική της καταστολής, όχι μόνο δεν αντέδρασε, αλλά προκαλεί και συναινεί σε κάθε είδους event απευθυνόμενο σε τουρίστες που παραλύει κάθε τρεις και λίγο το κέντρο, σε εργάσιμες ώρες και ουδεμία σχέση δεν έχει με τις διαδηλώσεις, με αποκορύφωμα ότι έγινε ακόμα και ράλλυ στο Σύνταγμα. Αντίστοιχα, κανένα ενδιαφέρον δεν επιδεικνύει για το κυκλοφοριακό έμφραγμα που προκαλεί το αίσχος των λαμαρινών και των τσιμέντων του «Μεγάλου Περιπάτου».
Να εμποδίσουμε την πολιτική που θυσιάζει το πράσινο, τους ελεύθερους χώρους, την καθημερινότητα στα ιδιωτικά συμφέροντα, την πολιτική της καταστολής. Ενώνουμε τις δυνάμεις μας με κατοίκους, συλλογικότητες της αυτοδιοίκησης και της γειτονιάς, σε ένα πλατύ κίνημα υπεράσπισης της ζωής στην πόλη των Αθηνών.